23 Ιουλ 2008

Μύθος και παραλήρημα1

Μύθος και παραλήρημα1

«O άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα. αυτό το κενό μηδέν που περιέχει τα πάντα στην απλότητά του, ένας πλούτος ενός άπειρου αριθμού παραστάσεων, εικόνων, που καμιά τους δεν προβάλλει ακριβώς μέσα του ή που δεν είναι παρούσες. Είναι η νύχτα, η εσωτερικότητα της φύσης, που υπάρχει εδώ -ο καθαρός εαυτός. Στις φαντασμαγορικές παραστάσεις είναι νύχτα ολόγυρα τότε εμφανίζονται. ξαφνικά, εδώ μια αιματοβαμμένη κεφαλή, εκεί μια λευκή φιγούρα· και εξαφανί­ζονται το ίδιο ξαφνικά. Αυτή τη νύχτα βλέπουμε, όταν κοιτάζουμε τον άνθρωπο στα μάτια -σε μια νύχτα που γίνεται τρομαχτική· είναι η νύχτα του κόσμου που στέκει τότε ενώπιόν μας. Η δύναμη να βγάζουμε από αυτή τη νύχτα τις εικόνες, ή να τις αφήνουμε να πέφτουν μέσα της, είναι το αυτοτίθεσθαι, το πράττειν, το σχίσιμο.»

Ηegel, Jenenser Realphilosophie


Μύθος και σύγχρονη ψυχή

Η εκμετάλλευση του μυθολογικού υλικού είτε των ελλήνων, είτε των βορείων και άλλων λαών από την βιομηχανία του θεάματος, δεν μπορεί παρά να μας προβληματίσει με την απλοϊκότητα και την βαναυσότητά της. Τηλεοπτικές σειρές που παρακολουθούν με αφοσίωση μικροί και μεγάλοι, όπως τα Hercules και Xena, κινηματογραφικές ταινίες σαν τον Μονομάχο (Gladiator), αλλά και μουσικά συγκροτήματα -σκληρού κυρίως rock- εδραιωμένα φαντασιακά μέσα σε ένα γοτθικό-μυθικό πλαίσιο, τόσο από πλευράς μορφής, όσο και περιεχομένου, δεν μπορούν παρά να δημιουργούνται από την πολιτιστική βιομηχανία με στόχο την ικανοποίηση των αναγκών ενός κοινού που φαίνεται ολοένα και πιο αποχαυνωμένο από την ποδηγέτηση των διευθυνόντων. Αυτές οι ανάγκες δεν είναι αναπόφευκτα -όπως γίνεται κατανοητό- υποκειμενικές· δεν είναι δηλαδή ανάγκες που τα ίδια τα άτομα -υποκείμενα έχουν ανακαλύψει και αναγνωρίσει σαν δικές τους. Δεν θα ήταν παράλογο να σκεφτεί κανείς πως τέτοιες ανάγκες είναι κυρίως επιβεβλημένες -είτε ευθέως από την θεματολογία που κατά καιρούς επιλέγει η πολιτιστική βιομηχανία ώστε να εμπλουτίσει το ρεπερτόριό της, (άλλωστε ακόμη και η ελάχιστη πρωτοτυπία της είναι χρήσιμη ώστε να αποενοχοποιήσει την μαζικότητα των προϊόντων της) -είτε έμμεσα λόγω της ολοένα προϊούσης εκπραγμάτισης των νοημάτων με τα οποία ο σύγχρονος άνθρωπος έρχεται σε επαφή και της ανάγκης καταφυγής σε μια μυθική θεμελίωση του είναι και του κόσμου του στα πλαίσια μιας πορείας που ενώ έχει τις ρίζες της στο κίνημα του Διαφωτισμού (βλ. ηθική, λογική, αισθητική αυτονομία του υποκειμένου- Kant), οδηγεί φρενιτωδώς προς τον ολοκληρωτικό ετεροκαθορισμό και τον εξανδραποδισμό του υποκειμένου προς όφελος του κοινωνικά ενταγμένου ανθρώπου.2 Αν κρίνουμε με καθαρό μάτι αυτή την επιστροφή στον μύθο σαν λειτουργικό μέρος της ζωής μας, θα διαπιστώσουμε μια πορεία αντίστροφη από την περιγραφόμενη στο δοκίμιο Οδυσσέας ή μύθος και διαφωτισμός των Horkheimer και Adorno3. Σ’ αυτό το εξαιρετικής διαύγειας κείμενο τεκμηριώνεται η κριτική της πορείας του ομηρικού ανθρώπου, που ενσαρκώνει ο Οδυσσέας, από την αρχαϊκότητα στον διαφωτισμό. Το κύρια χρησιμοποιούμενο εργαλείο ανάλυσης είναι ο έλεγχος της δημιουργίας της υποκειμενικότητας στα πλαίσια μιας συνολικής απομαγικοποίησης του κόσμου και του εαυτού. Η θεμελίωση αυτής της υποκειμενικότητας, η ανάδυση του ατόμου ως κατανοούσας συνείδησης, επέτρεψε στον ομηρικό ήρωα να ελέγξει τον κόσμο του και να τον θεσμίσει κατά το δοκούν. Στην σημερινή βιομηχανοποιημένη τέχνη η κατάργηση της μαγείας δεν βιώνεται σαν επίτευγμα, μα σαν έλλειψη. Θα μπορούσε κανείς να πει πως η απομαγικοποίηση που πρώτος ευαγγελίστηκε ο έλληνας δεν έχει λόγο ύπαρξης αν το υποκείμενο δεν μπορεί να νοηματοδοτήσει τον κόσμο και το πρόβλημα φαίνεται να είναι ακριβώς αυτό. Σε εποχή προϊούσης υποπλασίας των συνειδήσεων όπως η δική μας, η έλλειψη νοήματος πρέπει να αντικατασταθεί από κάτι. Ο μύθος, στην πιο μαγική του εκδοχή, είναι η πρόταση της πολιτιστικής βιομηχανίας και αυτή η πρόταση γίνεται ενθουσιωδώς δεκτή. Ο μαγικός κόσμος των τηλεοπτικών σειρών, όπου οι μυθικοί ήρωες επιβιώνουν μόνο σαν στερεότυπα, προσφέρει μια διαφυγή στην απουσία εξήγησης των "πώς" και των "γιατί" της ζωής και είναι ικανή να γίνει κατανοητή από συνειδήσεις που μπορούν να αντιληφθούν μόνον ό,τι βρίσκεται στην περιφέρεια του νοήματος και όχι το ίδιο το νόημα. Η άλογη προσέγγιση ζωής, ανθρώπων και θεών που προσφέρουν αυτές οι σειρές, ταιριάζουν με αυτό που είναι ο σύγχρονος άνθρωπος (καταναλωτής του κόσμου4 κι όχι ενεργό μέλος του) και διαιωνίζουν αυτή του την υποβάθμιση, προς όφελος μιας ολοένα και πιο απαιτητικής εξουσίας.

Είπαμε όμως, πως αν και οι ανάγκες που αυτές οι σειρές καλύπτουν δεν είναι υποκειμενικές (και μ’ αυτή την έννοια είναι εξωπραγματικές για το άτομο), είναι όμως σε κάθε περίπτωση πραγματικές, μια και αναφέρονται με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο σε μια συλλογικότητα, που λόγω της ευρύτητάς της καταλήγει να είναι κοινωνική. Η ύπαρξη μιας τέτοιας παραμέτρου δίνει στο πρόβλημα μιαν άλλη διάσταση. Εάν η εκ νέου συγκρότηση του κόσμου με βάση μυθικές νόρμες είναι κάτι σκεπτό για τον σύγχρονο άνθρωπο, τότε είναι πιθανό -πέραν οιασδήποτε άλλης κριτικής- η ανάγκη για μύθο να μην συναρτάται μόνον με το πισωγύρισμα του ανθρωπίνου γένους στον δρόμο του διαφωτισμού, αλλά και με μια βαθιά υποστασιακή του πλευρά. Για να κατανοήσουμε θα πρέπει να δούμε με ποιες μορφές υπήρξε ο μύθος και πως συνδέεται αυτός με το ανθρώπινο φαντασιακό. Μια προσεκτική ανάγνωση του κεφαλαίου Το συμβολικό και το φαντασιακό από την Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας του Κορνήλιου Καστοριάδη5, μπορεί να μας παράσχει μία βάση κατανόησης.

Μύθος και φαντασιακό.

"Μιλούμε για φαντασιακό, όταν θέλουμε να μιλήσουμε κάτι το "επινοημένο" –είτε πρόκειται για "απόλυτη" επινόηση ("μια ιστορία εξ ολοκλήρου φανταστική") ή για μια ολίσθηση, μια μετατόπιση νοήματος, όπου διαθέσιμα ήδη σύμβολα επενδύονται με διαφορετικές από τις κανονικές σημασίες τους. Και στις δυο περιπτώσεις, εξυπακούεται ότι το φαντασιακό χωρίζεται από το πραγματικό, είτε για να πάρει την θέση του (ψέμα) είτε όχι (μυθιστόρημα)."6

Ο ορισμός του Καστοριάδη για το φαντασιακό είναι αποκαλυπτικός. Χωρίς κατ' αρχήν να έχουμε τίποτε άλλο υπ' όψιν μας, παρά μόνον αυτόν, μπορούμε να συνάγουμε δύο πρώτα συμπεράσματα, σημαντικά για το δικό μας θέμα: πρώτον, ότι οι μηχανισμοί δημιουργίας του μύθου ανήκουν (τουλάχιστον εν μέρει) στην σφαίρα του φαντασιακού, μια και οι μύθοι είναι ανθρώπινες επινοήσεις· δεύτερο, ότι πάντοτε η λειτουργία του φαντασιακού προϋποθέτει την ύπαρξη συμβόλων ή, για να το θέσουμε αλλιώς, οποιαδήποτε φαντασιακή επινόηση δημιουργεί και διαχειρίζεται σύμβολα. Η συσχέτιση μύθου- συμβόλων, μπορεί να φαίνεται αυτονόητη, μα θα πρέπει να ερευνηθεί ως τις έσχατες συνέπειές της. Το φαντασιακό λειτουργεί με εικόνες και οι εικόνες του είναι σύμβολα. Η θεμελίωση μιας σχέσης ανάμεσα στο σύμβολο (το σημαίνον, δηλαδή: αυτό το οποίο παίρνει την θέση ενός άλλου για να το δηλώσει) και το νόημα, το σημαινόμενο, εντοπίζεται (αν και δεν εξαντλείται) στην εικονικότητα του μύθου. Οι ήρωες και η δράση, πρόσωπα και καταστάσεις εξωπραγματικές καθαυτές, μα απόλυτα οικείες στην δηλωτική τους λειτουργία, αποτελούν μια περιγραφή του κόσμου και της θέσης του ανθρώπου σ' αυτόν και αυτή η περιγραφή είναι συμβολική. Μα στην διάρκεια της ύπαρξης του ανθρωπίνου γένους αυτή η σχέση σημαίνοντος- σημαινομένου δεν υπήρξε ποτέ μονοσήμαντη ή ενιαία. Στην πορεία που ακολούθησε από αυτό που ο Καστοριάδης ονομάζει έσχατο ή ριζικό φαντασιακό7 (σε αντιπαραβολή με το πραγματικό φαντασιακό) ως τον συμβολισμό έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά, δίνοντας άλλο νόημα στον ίδιο τον μύθο. Ο μύθος, λοιπόν, νοηματοδοτείται μ' αυτόν τον τρόπο σαν μύθος καθαυτός, σαν συμβολισμός και ερμηνεία, σαν θρησκευτικότητα και δόγμα και σαν "ψευδοορθολογική" συγκρότηση και οργάνωση του κόσμου. Το κλειδί για την κατανόηση του σχήματος αυτού, είναι η σχέση σημαίνοντος- σημαινομένου, όπως έχουμε ήδη πει. Στην πρώτη περίπτωση η σύνδεση είναι άκαμπτη. Κάτι τέτοιο ταιριάζει απόλυτα στον αρχαϊκό άνθρωπο και περιγράφει, πράγματι, μια ανιμιστική διάθεση μυθοπλασίας. Ο αρχαϊκός άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο σαν κάτι αδιαίρετο και στατικό. Μέσα απ' αυτή την συνολική ματιά θεωρεί τον κόσμο, και μ' αυτή τον περιγράφει και τον εξηγεί μυθικά. Ο μύθος σ' αυτή την περίπτωση συμβολίζει τον κόσμο, και επιπλέον είναι ο κόσμος. Η μυθοπλασία δεν λειτουργεί με αναλογίες, αλλά περιγραφικά και παραμένει στα όρια του πραγματικού φαντασιακού· εξαντλείται στην δημιουργία εικόνων, που λειτουργούν σαν ανθρώπινη έκφραση. Μόνο σε κατοπινότερα στάδια εξορθολογισμού το σημαίνον θα απομακρυνθεί από την καταδυνάστευση του σημαινομένου και θα εγκαθιδρύσει μια επιλεγμένη σχέση για να το εκφράσει. Σε αυτό το δεύτερο στάδιο, σημαίνον, σημαινόμενο και η sui generis σύνδεσή τους θα εγκαινιάσουν μια στέρεη και συγχρόνως εύκαμπτη σχέση, που θα οδηγήσει στον συμβολισμό, την παραβολή και συγχρόνως στην ερμηνεία τους. Ο μυθικός συμβολισμός βρίσκει μ' αυτόν τον τρόπο την θέση του σε έναν εν πολλοίς εξορθολογισμένο κόσμο, σ' έναν κόσμο ωριμότητας των υποκειμένων και ο μύθος συμμετέχει έμμεσα στο περιεχόμενο αλήθειας των έργων του ανθρωπίνου νου, μια και όπως επισημαίνει στην αισθητική θεωρία του ο Adorno αυτό το περιεχόμενο αλήθειας συνίσταται στην χειραφέτηση από τον μύθο και την ταυτόχρονη συμφιλίωση μ' αυτόν8. Η εποχή αυτής της αρμονικής συνύπαρξης μύθου και πραγματικότητας, είναι η εποχή του θριάμβου του Διαφωτισμού και μπορεί να γίνει περισσότερο απ' οπουδήποτε αλλού αντιληπτή στην τέχνη που εμπνέεται από το ιδεώδες του. Η υποχώρηση του Διαφωτισμού και η επαναστροφή σε πρότερα στάδια, συνδυασμένη με αυτό που οι Horkheimer και Adorno ονομάζουν στην Διαλεκτική του Διαφωτισμού "καθολική διακυβέρνηση", τον απόλυτο, δηλαδή, έλεγχο κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας από μια εσωτερικευμένη στα άτομα εξουσία ωθούν προς ένα τρίτο στάδιο συσχέτισης σημαίνοντος και σημαινομένου στην μυθική- φαντασιακή διάσταση της ανθρώπινης σκέψης: αυτό της χρήσης του μύθου στα πλαίσια της συγκρότησης ενός νέου φαντασιακού με κέντρο το «ψευδοορθολογικό» και με αντικείμενο τα «έσχατα στοιχεία» του κόσμου και συγχρόνως την ολική του οργάνωση9. Η αρχαϊκή ακαμψία του μύθου επανέρχεται με έναν απροσδόκητο τρόπο για να υπηρετήσει μια υπαρκτή ανάγκη, αποτέλεσμα –ίσως- της άκριτα μονοσήμαντης στροφής του τελευταίου αιώνα προς έναν επιστημονικό ντετερμινισμό, ασύμβατο εν πολλοίς με την ανθρώπινη ανάγκη για επέκεινα. Η ισχυρή πολιτιστική βιομηχανία, που, δίκην παραγωγού ονείρων και συλλογικού φαντασιακού διείδε την ανάγκη, την ικανοποίησε με τον μόνο τρόπο που διαθέτει: την παραγωγή πολιτιστικών προϊόντων, που, με τον μανδύα του έργου τέχνης και την πλήρη έλλειψη αισθητικής βάσης, εξανδραπόδισαν τα στερούμενα ισχυρού Εγώ και τεκμηριωμένης υποκειμενικότητας άτομα, διείσδυσαν στο κοινωνικό corpus προσφέροντάς του μια διέξοδο, ενώ ταυτοχρόνως "στρογγύλεψαν", απάλυναν την επιβολή που η καθολική διακυβέρνηση απαιτεί στα πλαίσια της ολικής οργάνωσης του κόσμου. Η συμπερίληψη των "εσχάτων στοιχείων" που ανθρωπολογικά ορίζονται από τον Καστοριάδη σαν "σύμβολα, από την συγκρότηση των οποίων το φαντασιακό δεν μπορεί ούτε να ξεχωρισθεί, ούτε να απομονωθεί10" στην απ' έξω επιβολή αυτής της νέας φαντασιακής- μυθικής διάστασης, δημιούργησαν ένα αδιαίρετο νόημα εκτός των πλαισίων του ορθού λόγου και αυτό το νόημα, παρά την μη συμμετοχή των ατόμων στην δημιουργία του, προσφέρει μια λειτουργική βάση γι αυτό το πλαστό φαντασιακό, αποδεκτή από το κοινωνικό σώμα.

Θεωρώντας σ' αυτά τα πλαίσια την –ενορχηστρωμένη από την πολιτιστική βιομηχανία- παραγωγή πολιτιστικών προϊόντων που στην αρχή αναφέραμε (τηλεοπτικές σειρές, κινηματογραφικές ταινίες, εικονογραφήματα κ.λ.π.), δεν μπορούμε παρά σκεφτούμε πως η διαδικασία απομαγικοποίησης (Adorno) ή ξεμαγέματος (Καστοριάδης) του κόσμου, που ο Διαφωτισμός προγραμματικά ευαγγελίστηκε, έχει επαναστραφεί σε μια διαδικασία επαναμαγικοποίησης ή ξαναμαγέματός του, που αφορά ιδιαίτερα το σχολείο σαν θεσμό. Αν πάλι δούμε αυτά τα προϊόντα απ' την αισθητική σκοπιά, αν δηλαδή τα θεωρήσουμε σαν έργα τέχνης (με λίγα λόγια σαν αυτό που απαιτούν να θεωρηθούν) και αν αυτό που λέει ο Adorno, πως, δηλαδή, το περιεχόμενο των έργων τέχνης είναι η ιστορία11, δεν θα ήταν ίσως άτοπο να συμπεράνουμε πως η ιστορική πραγματικότητα που ζούμε απέχει των προσδοκιών μας και οδηγεί σε υποπλασίες θεσμών όπως είναι το σχολείο. Το αν ο μύθος και η διδασκαλία του στην θέση που κατέχει μέσα στον Διαφωτισμό είναι όπλο άμυνας απέναντι σε τέτοιο ενδεχόμενο στα χέρια των εκπαιδευτικών, μένει να κριθεί απ' τον καθένα χωριστά κι απ' όλους μαζί.


1 «Το πιο επεξεργασμένο παραλήρημα, όπως και το πιο μυστικό και το πιο ασαφές φάντασμα, αποτελούνται από «εικόνες». Αυτές όμως οι «εικόνες» υπάρχουν ως εκπρόσωποι άλλου πράγματος, λειτουργούν επομένως συμβολικά». Κ. Καστοριάδη. «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» (1975), Αθήνα, 1985, εκδ.Ράππα. σελ. 189

2Σε όλη αυτή την δρομολογημένη από την πολιτιστική βιομηχανία διαδικασία αναφέρονται διεξοδικά οι Adorno και Horkheimer στο δοκίμιο «H βιομηχανία της κουλτούρας: Ο Διαφωτισμός ως εξαπάτηση των μαζών» (Horkheimer, Max και Adorno, Theodor W.: Η διαλεκτική του Διαφωτισμού. Αθήνα, 1986, εκδ. Ύψιλον/βιβλία) και ο Adorno στο: Adorno, Theodor W.: Σύνοψη της πολιτιστικής βιομηχανίας (1963). Δίγλωσση έκδοση, Αθήνα, 1989, εκδ. Αλεξάνδρεια.

3 Horkheimer, Max και Adorno, Theodor W.: Η διαλεκτική του Διαφωτισμού. Αθήνα, 1986, εκδ. Ύψιλον/βιβλία

4 "Καταναλωτής του κόσμου" είναι ο άνθρωπος σήμερα κυριολεκτικά. Φτάνει να δει κανείς πώς εκμεταλλευόμαστε τους φυσικούς πόρους του πλανήτη εξαντλώντας τον και καθιστώντας τον αβίωτο για τις επόμενες γενιές. Το άτομο που όμως δεν είναι υποκείμενο και κατά συνέπεια τελεί εν ανεπαρκεία, μη κατανοώντας τον κόσμο, ή τον εαυτό του σε σχέση μ' αυτόν, δεν τον βιώνει, μα τον καταναλίσκει.

5 Καστοριάδης. Κορνήλιος: Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας. Αθήνα, 1975, εκδ.Ράππα.

6 ό.π. σ. 189

7 ό.π. σ. 190: "Θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε να διακρίνουμε στην ορολογία αυτό που ονομάζουμε το έσχατο ή ριζικό φαντασιακό, την ικανότητα να κάνουμε να αναδύεται ως εικόνα κάτι που δεν είναι και που δεν υπήρξε, από τα προϊόντα της, που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε το φαντασμένο. Όμως η γραμματική μορφή αυτού του όρου μπορεί να δημιουργήσει συγχύσεις και γι αυτό προτιμούμε να μιλούμε για πραγματικό φαντασιακό."

8 Adorno, Theodor W., Αισθητική Θεωρία (1970)· Αθήνα, 2000, εκδ. Αλεξάνδρεια, σ. 361

9 Καστοριάδης, σ. 195

10 ό.π. σ. 194

11 Adorno, Αισθητική θεωρία

10 Ιουλ 2008

ΑΥΤΟΔΙΚΙΑ
Υπάρχει πάντα ένα τελικό σημείο, ένα αποτέλεσμα στο οποίο οδηγούν οι πράξεις μας. Όταν ο αδικημένος βρεθεί εν τέλει μ' ένα νεκρό σώμα, αποτέλεσμα της εκδίκησής του, πώς μπορεί να αισθανθεί δικαιωμένος, πώς μπορεί να αισθανθεί ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα της αυτοδικίας;
Σαν κανιβαλισμός και μόνον μπορεί να γίνει αντιληπτή η δικαίωση που αφήνει πίσω ένα πτώμα· και ο αδικημένος χθες, είναι πια στο διηνεκές ο νέος εγκληματίας.
Μπορεί ένας δολοφονημένος μ' αυτό τον τρόπο έμπορος ναρκωτικών να μην υπόσχεται λαμπρό μέλλον, όμως η εντελής στέρηση κάθε πιθανότητας αλλαγής που βρίσκεται στον πυρήνα της δολοφονίας συνιστά άρνηση της ελπίδας. Και χωρίς ελπίδα δεν είναι εφικτή η ζωή.